...and the horse you rode in on.
Σε γενικές γραμμές, το μέγεθος της αντίληψής μου, δεν υπολείπεται του μέσου όρου. Σίγουρα, ακόμα έχω απορίες για ζητήματα που θα έπρεπε πλέον να είναι ρουτίνα, και ίσως δεν μαθαίνω πάντα τόσο γρήγορα όσο θα ήθελα. Εξακολουθώ όμως να διατηρώ μία αίσθηση του πώς δουλεύουν τα πράγματα. Διαπιστώνω με τον καιρό ότι δεν συμβαίνει με όλους τους ανθρώπους το ίδιο.
Ο προβληματισμός εδώ αφορά τους μηχανισμούς της συμφιλίωσης. Η οποία για να επέλθει, συνεπάγεται ότι υπήρξε, αν μη τι άλλο, κάποια διαφωνία. Η διαφωνία με την σειρά της συνεπάγεται ότι υπήρξε ανταλλαγή απόψεων, θεώρησης των γεγονότων, κάποια τέλος πάντων πλατφόρμα και τόπος αναφοράς, τον οποίο τα συμβαλλόμενα μέρη μοιράζονται, έστω και αν δεν έχουν τις ίδιες απόψεις περί αυτού.
Ένα παράδειγμα. Διαπιστώνεις ότι, στην επιχειρήση που έχεις με τον συνέταιρό σου, χάνονται χρήματα. Πληροφορείσαι από τους λογιστές σου ότι τα χρήματα αυτά τα κλέβει ο συνέταιρός σου, και τα ξοδεύει στα μπουζούκια. Φτάνεις μάλιστα και στο σημείο που τα ίδια τα μπουζουξίδικα σε πληροφορούν για τα σπασμένα του ανθρώπου αυτού, και προκύπτει ότι έκανε μεγάλες "ζημιές" σε πολλά καταστήματα, πολύ πρίν εσύ αρχίσεις να παρατηρείς ότι το ταμείο είναι μείον. Του το αναφέρεις, και αρνείται τα πάντα. Η υποθέση έστω ότι παίρνει το δικαστικό δρόμο και διαλύεται η συνεργασία και η επιχείρηση με συνοπτικές διαδικασίες.
Δύο χρόνια μετά έρχεται ο συνέταιρος και σου λέει να έχεις πάλι συναλλαγές. Προσπαθεί να προλάβει τις εντυπώσεις, και έχει διαδώσει στην αγορά ότι πλέον είναι συνεπής επιχειρηματίας. Σου λέει άλλωστε ότι δύο χρόνια είναι αρκετός καιρός για να τα έχεις ξεπεράσει, οπότε πλέον είναι ευνοικά τα πράγματα να αποκασταθούν σχέσεις συναλλαγής.
Όλα αυτά είναι ωραία και καλά. Ο προσεκτικός αναγνώστης θα έχει ήδη την απορία περί του τονισμού της αντωνυμίας "τα" που προηγήθηκε. Η οποία τελικά είναι αυτή που κάνει όλη την διαφόρα. Είναι αντωνυμία. Χρησιμοποιείται αντί ονόματος. Δεν θα είχαμε καμία αντίρρηση με την χρήση της, αν προηγουμένως είχε γίνει σαφές το όνομα το οποιο η αντωνυμία αυτή αντικαθιστά.
Όμως ο συνεργάτης του παραδείγματος, έχει αρνηθεί όλα όσα η αντωνυμία αυτή υπονοεί, σύμφωνα με την αφήγηση που παραδώσαμε. Το "τα" δεν σημαίνει για αυτόν ό,τι σημαίνει για εμάς, μια και αυτός δεν έχει παραδεχτεί τίποτα. Η διαφωνία μας πλέον μετατοπίζεται στο χώρο του "πάνω σε τί διαφωνούμε" και όχι σε μιά αναγνωρισμένη βάση, εκείνη της διαχείρησης των χρημάτων.
Πώς είναι λοιπόν δυνατό να επέλθει συμφιλίωση; Δέν γίνεται, γιατί ακόμα και αν μπορέσουμε τελικά να θέσουμε τα θεμέλια του κοινού τόπου, αυτός θα είναι πάνω στην φύση της διαφωνίας, και όχι πάνω στην πραγματικότητα που προκάλεσε την διαφωνία. Θα μείνει δηλαδή ένα δεύτερο επίπεδο και θα είναι μάλιστα αυτό το ίδιο φορτίο που αγωνιστήκαμε να μην υπομείνουμε άλλο. Και θα το φορτωθούμε για δεύτερη φορά, τώρα πλέον με την συγκατάθεσή μας.
It's a bargain, isn't it?
Ο προβληματισμός εδώ αφορά τους μηχανισμούς της συμφιλίωσης. Η οποία για να επέλθει, συνεπάγεται ότι υπήρξε, αν μη τι άλλο, κάποια διαφωνία. Η διαφωνία με την σειρά της συνεπάγεται ότι υπήρξε ανταλλαγή απόψεων, θεώρησης των γεγονότων, κάποια τέλος πάντων πλατφόρμα και τόπος αναφοράς, τον οποίο τα συμβαλλόμενα μέρη μοιράζονται, έστω και αν δεν έχουν τις ίδιες απόψεις περί αυτού.
Ένα παράδειγμα. Διαπιστώνεις ότι, στην επιχειρήση που έχεις με τον συνέταιρό σου, χάνονται χρήματα. Πληροφορείσαι από τους λογιστές σου ότι τα χρήματα αυτά τα κλέβει ο συνέταιρός σου, και τα ξοδεύει στα μπουζούκια. Φτάνεις μάλιστα και στο σημείο που τα ίδια τα μπουζουξίδικα σε πληροφορούν για τα σπασμένα του ανθρώπου αυτού, και προκύπτει ότι έκανε μεγάλες "ζημιές" σε πολλά καταστήματα, πολύ πρίν εσύ αρχίσεις να παρατηρείς ότι το ταμείο είναι μείον. Του το αναφέρεις, και αρνείται τα πάντα. Η υποθέση έστω ότι παίρνει το δικαστικό δρόμο και διαλύεται η συνεργασία και η επιχείρηση με συνοπτικές διαδικασίες.
Δύο χρόνια μετά έρχεται ο συνέταιρος και σου λέει να έχεις πάλι συναλλαγές. Προσπαθεί να προλάβει τις εντυπώσεις, και έχει διαδώσει στην αγορά ότι πλέον είναι συνεπής επιχειρηματίας. Σου λέει άλλωστε ότι δύο χρόνια είναι αρκετός καιρός για να τα έχεις ξεπεράσει, οπότε πλέον είναι ευνοικά τα πράγματα να αποκασταθούν σχέσεις συναλλαγής.
Όλα αυτά είναι ωραία και καλά. Ο προσεκτικός αναγνώστης θα έχει ήδη την απορία περί του τονισμού της αντωνυμίας "τα" που προηγήθηκε. Η οποία τελικά είναι αυτή που κάνει όλη την διαφόρα. Είναι αντωνυμία. Χρησιμοποιείται αντί ονόματος. Δεν θα είχαμε καμία αντίρρηση με την χρήση της, αν προηγουμένως είχε γίνει σαφές το όνομα το οποιο η αντωνυμία αυτή αντικαθιστά.
Όμως ο συνεργάτης του παραδείγματος, έχει αρνηθεί όλα όσα η αντωνυμία αυτή υπονοεί, σύμφωνα με την αφήγηση που παραδώσαμε. Το "τα" δεν σημαίνει για αυτόν ό,τι σημαίνει για εμάς, μια και αυτός δεν έχει παραδεχτεί τίποτα. Η διαφωνία μας πλέον μετατοπίζεται στο χώρο του "πάνω σε τί διαφωνούμε" και όχι σε μιά αναγνωρισμένη βάση, εκείνη της διαχείρησης των χρημάτων.
Πώς είναι λοιπόν δυνατό να επέλθει συμφιλίωση; Δέν γίνεται, γιατί ακόμα και αν μπορέσουμε τελικά να θέσουμε τα θεμέλια του κοινού τόπου, αυτός θα είναι πάνω στην φύση της διαφωνίας, και όχι πάνω στην πραγματικότητα που προκάλεσε την διαφωνία. Θα μείνει δηλαδή ένα δεύτερο επίπεδο και θα είναι μάλιστα αυτό το ίδιο φορτίο που αγωνιστήκαμε να μην υπομείνουμε άλλο. Και θα το φορτωθούμε για δεύτερη φορά, τώρα πλέον με την συγκατάθεσή μας.
It's a bargain, isn't it?
0 Comments:
Post a Comment
Subscribe to Post Comments [Atom]
<< Home